Friday, March 25, 2011

Ο άρχοντας των τσαρουχιών

REPORTAGE/ETHNOS
ΜΑΤΙΝΑ ΔΕΜΕΛΗ
ΦΩTO: ΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Είναι χειροποίητα από σκληρό κόκκινο δέρμα. Το κόκκινο χρώμα συμβολίζει το αίμα, ενώ το μαύρο το πένθος. Τα τσαρούχια αποτελούν σύμβολο της εθνικής εξέγερσης του 1821 και ακόμη και σήμερα στρέφουν τα βλέμματα όσων επισκέπτονται το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη με τον επιβλητικό ήχο τους σε κάθε βήμα των Ευζώνων. Λίγα μέτρα πιο πέρα, στην Ηρώδου Αττικού, βρίσκεται το εργαστήριο που φτιάχνει τα αυθεντικά τσαρούχια της Προεδρικής Φρουράς. Εκεί, απασχολούνται δύο άτομα που γνωρίζουν την τέχνη αυτή όσο λίγοι σήμερα. Ο ένας ασχολείται με την κατασκευή και ο άλλος με τη συντήρηση των τσαρουχιών.


Ηχος. Ο επιβλητικός ήχος του τσαρουχιού προέρχεται από τα 120 καρφιά που τοποθετούνται στη σόλα και βοηθούν στο να μη γλιστρούν οι Εύζωνοι



Πλέον λίγοι τεχνίτες έχουν απομείνει που κάνουν αυτή τη δουλειά και για να τη μάθει κάποιος πρέπει να απευθυνθεί στο συγκεκριμένο εργαστήριο, «ώστε κάποια στιγμή να αναλάβει όταν εμείς οι παλιοί θα φύγουμε. Μέχρι πριν από τέσσερα χρόνια ήμασταν τέσσερις στη δουλειά αυτή. Τώρα είμαστε δύο και σίγουρα θα πρέπει να έρθουν νεότεροι για να μάθουν την τέχνη απο εμάς», αναφέρει ο Γιάννης Παναγιωτακόπουλος.


Συντήρηση. Εκτός από την κατασκευή νέων ζευγαριών είναι απαραίτητη και η συντήρησή τους ώστε να αντέχουν στον χρόνο. Τακούνια και ραψίματα στο δέρμα γίνονται αρκετά συχνά, για να διατηρούνται σε καλή
Συντήρηση. Εκτός από την κατασκευή νέων ζευγαριών είναι απαραίτητη και η συντήρησή τους ώστε να αντέχουν στον χρόνο. Τακούνια και ραψίματα στο δέρμα γίνονται αρκετά συχνά, για να διατηρούνται σε καλή κατάσταση.
Απαιτητική εργασία
Ενας χρόνος απαιτείται συνήθως για να μάθει κάποιος να ράβει τσαρούχια, ενώ για να κατασκευαστεί ένα ζευγάρι απαιτούνται πέντε ολόκληρες ημέρες. «Το γνήσιο το τσαρούχι είναι το δικό μας. Δεν υπάρχει άλλο σαν κι αυτό», λέει ο κ. Παναγιωτακόπουλος, ένας αυθεντικός λαϊκός άνθρωπος. «Παλιότερα, η Προεδρική Φρουρά προμηθευόταν τα τσαρούχια από τα Γιάννενα. Εκεί τότε έφτιαχναν τα αυθεντικά. Αργότερα, κάποιοι συνάδελφοι έμαθαν την τέχνη, ήρθαν στην Αθήνα και έφτιαξαν το εργαστήριο», συμπληρώνει.
Η διαδικασία για την κατασκευή των τσαρουχιών είναι συγκεκριμένη: «Εχει δικά του πατρόν το τσαρούχι, τα λεγόμενα στάμπο όπως τα λέμε εμείς. Αρχικά κόβουμε το δέρμα, έπειτα το βάζουμε στο νερό να μαλακώσει. Εξακόσιες βελονιές απαιτούνται για το κάθε ζευγάρι και εκατόν είκοσι καρφιά. Τα εξήντα από αυτά είναι για τη σόλα του τσαρουχιού. Οι βελονιές γίνονται στο χέρι ?όλα γίνονται στο χέρι», εξηγεί ο ίδιος. Τα καρφιά προκαλούν και τον επιβλητικό ήχο που ακούμε κατά τον βηματισμό ενός εύζωνα. Κατά μέσο όρο, το κάθε τσαρούχι ζυγίζει τρία κιλά. Χαρακτηριστικό κομμάτι των τσαρουχιών αποτελούν οι μαύρες φούντες, στις οποίες καταλήγουν οι μύτες τους. Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως η αρχική τους χρήση ήταν να κρύβονται σε αυτές μικρά κοφτερά αντικείμενα που θα μπορούσαν αιφνιδιαστικά να τραυματίσουν τον εχθρό σε μία μάχη.
Τα νούμερα των τσαρουχιών ξεκινάνε από το 45 και φτάνουν έως και το 53! «Περισσότερο φοριούνται τα νούμερα 47, 48 και 49, αλλά συνήθως όλοι παίρνουν ένα νούμερο μεγαλύτερο, αφού είναι και οι κάλτσες χοντρές» λέει ο κ. Παναγιωτακόπουλος. Το τσαρούχι δεν έχει ίχνος από πλαστικό. Ακόμη και η φούντα είναι από αυθεντικό μαλλί. Ολα τα υλικά αγοράζονται από δερματοπωλεία και βυρσοδεψεία. Τα τσαρούχια «αντέχουν» στον χρόνο. Για την ακρίβεια περίπου τρία χρόνια, αφού οι Εύζωνοι τα παραδίδουν πίσω μετά τη βάρδιά τους ενώ φροντίζουν και οι ίδιοι να τα συντηρούν. «Εμείς αναλαμβάνουμε τα ραψίματα, τα τακούνια που απαιτούν γνώσεις. Στην αποθήκη του εργαστηρίου υπάρχει στοκ περίπου 150 ζευγαριών. Οσα χαλάνε τα πετάμε, ενώ κάθε εβδομάδα ένα νέο ζευγάρι από τσαρούχια κατασκευάζεται και είναι έτοιμο προς χρήση».
Η ιστορία του τσαρουχιού αρχίζει από την ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά και τις ορεινές περιοχές των Βαλκανίων και την Τουρκία. Η λέξη προέρχεται από την τουρκική λέξη «τσαρίκ». Την παλαιά εποχή κατασκευάζονταν από ακατέργαστο ή κατεργασμένο δέρμα από τέσσερα συνήθως τεμάχια, την «πατωσιά» ή σόλα, τα δύο πλάγια και στην άκρη του τη «μύτη» σε διάφορες παραλλαγές. Aλλοτε ήταν γυμνή και γυρισμένη προς τα πάνω κι άλλοτε καλυμμένη με πλούσια, μάλλινη φούντα, η οποία ήταν συνήθως μαύρη για τους άνδρες και τις γυναίκες και πολύχρωμη για τα παιδιά. Το δέρμα από το οποίο κατασκευάζονταν ήταν το λεγόμενο «τελατίνι», το οποίο είχε κόκκινο χρώμα.



No comments: