Friday, April 30, 2010

Αναμονή...


Σε περιμένω. Μη ρωτάς γιατί. 
Μη ρωτάς γιατί περιμένει εκείνος 
Που δεν έχει τι να περιμένει 
Και όμως περιμένει. 

Γιατί σαν πάψει να περιμένει 
Είναι σα να παύει να βλέπει 
Σα να παύει να κοιτά τον ουρανό 
Να παύει να ελπίζει 
Σα να παύει να ζει. 

Αβάσταχτο είναι... Πικρό είναι 
Να σιμώνεις αργά στ' ακρογιάλι 
Χωρίς να είσαι ναυαγός 
Ούτε σωτήρας 
Παρά ναυάγιο... 



Μενέλαος Λουντέμης

Ο άνθρωπος που... βρέχει μετάλλια!


Της Μαρίας Καούκη
Θα βρέξει. Πάρτε ένα αδιάβροχο για καλό και για κακό μαζί σας, μια ομπρέλα... Εσείς, κ. Μάρα, πάρτε ένα χρυσό μετάλλιο. Το συνηθίζετε, ιδίως όταν βρέχει.
«Βρε λες; Πλάκα θα έχει πάλι...» αναρωτήθηκε όταν άκουσε το σιγανοψιχάλισμα την Κυριακή (25/4) στο Μπέρμιγχαμ. Είναι αυτές οι στιγμές που μειδιά και η κοφτερή ματιά του προδίδει ότι σκέφτεται κάτι... ευχάριστα ύποπτο. Είναι η ώρα που συνωμοτεί με τον καιρό. Oταν ο Βλάσης αγωνίζεται σε τελικό και βρέχει, τότε κατακτά χρυσό μετάλλιο. Σύμπτωση επαναλαμβανόμενη παύει να είναι σύμπτωση.
Ο άνθρωπος που... βρέχει μετάλλια!
Πέντε χρυσά σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα ενόργανης γυμναστικής κατακτήθηκαν με κόπο, ιδρώτα, αμέτρητες ώρες πάνω στο μονόζυγο και μπόρες ή ψιλόβροχο. Δικαιολογημένα πια λαμβάνει τη βροχή ως καλό οιωνό.
Το πρώτο από τα πέντε χρυσά το πήρε στην Πάτρα, το 2002. Τότε που το έσκαγε από το ξενοδοχείο της αποστολής, πήγαινε σε μια κρεπερί για να βρεθεί λίγο με τον εαυτό του, μόνος του, να συγκεντρωθεί. Δεν υπήρξε ποτέ μοναχικός τύπος όπως ο Δημοσθένης Ταμπάκος, αλλά ξέρει τι χρειάζεται και πότε.
Το 2002 μια ολόκληρη εξέδρα στο «Δ. Τόφαλος» φώναζε για πάρτη του. Λογικό. Το χωριό του, τα Βασιλικά -βόρεια από το Κιάτο- είναι δίπλα και οι κάτοικοί του «μετακόμισαν» για λίγο στην Πάτρα. Ακόμα πιο... κοντά έρχεται όταν οδηγεί ο ίδιος. Ποτέ όμως δεν μαρτυρά ποιο είναι το ρεκόρ στο κοντέρ του. Οτι ο Βλάσης Μάρας είναι λάτρης της ταχύτητας το ξέρουν και οι πέτρες πια.
Αλλά και ο Λεμπ, με τον οποίο έχει βρεθεί τετ α τετ και έχουν μιλήσει για τη μεγάλη τους αγάπη, τα αγωνιστικά αυτοκίνητα. Οταν είσαι γεννημένος υπό τον αστερισμό του Κριού είθισται ν’ αγαπάς τα γκάζια. Ετσι κι ο γεννημένος στις 31/3/1983 Βλάσης, που ως Κριάρι λατρεύει την πρωτιά και τα κιμπάρικα λόγια.
Το δεύτερο είναι ίδιον των παιδιών των Δυτικών προαστίων. Ο Βλάσης δεν τα «χώνει», κατά το κοινώς λεγόμενο, απλά θα «σκάσει» αν δεν πει αυτό που πιστεύει. «Καθαρά μετάλλια θέλει η πολιτεία, καθαρά φέραμε. Αυτά στο Μπέρμιγχαμ είναι για να δείξουμε τι σημαίνει αθλητισμός!», είπε πριν από λίγες μέρες.
Εκεί, στα Δυτικά προάστια, ανάμεσα στο Περιστέρι και το Αιγάλεω, έπαιξε τα πρώτα του παιχνίδια. Είναι της παρέας και της πλάκας και για χάρη της κάνει και τον dj με house μουσική. Αυτή ακούει όταν βρέχει, για να μη μελαγχολεί... Μετά κατακτά κι ένα χρυσό. Ετσι για να... 'χει.
Το «Αστέρι » του
Εκεί ψηλά βρίσκεται ένας άλλος Βλάσης Μάρας, ο παππούς του. Ενας Βλάσης Μάρας αστέρι στον ουρανό κι άλλος ένας «αστέρι» στη Γη. Εχασε τον παππού του ανήμερα της βράβευσής του από τον ΠΣΑΤ ως ο κορυφαίος Ελληνας αθλητής του 2009. «Την ίδια ημέρα ήταν κι η κηδεία του. Δεν ήθελα να έρθω σε αυτά τα βραβεία. Μου το ζήτησε η οικογένειά μου. Δεν χωρούσαν μέσα μου δύο τόσο διαφορετικά γεγονότα, ένα ευχάριστο και ένα πολύ δυσάρεστο», είπε με ειλικρίνεια. Ηταν η πρώτη φόρα που βραβευόταν: «Και ήθελα να πω τόσα πολλά εκείνη τη στιγμή, μα δεν μπορούσα...».
Το πρώτο από τα πέντε χρυσά το πήρε στην Πάτρα, το 2002. Τότε που το έσκαγε από το ξενοδοχείο της αποστολής, πήγαινε σε μια κρεπερί για να βρεθεί λίγο με τον εαυτό του, μόνος του, να συγκεντρωθεί
Το ταξίδι
Κοιμήθηκε...στο πάτωμα
Αν υπήρχε μια κάμερα στο πούλμαν της Εθνικής που διέσχισε την Ευρώπη μέσα σε δύο μέρες και 12 ώρες, για να φτάσει απ’ την Αθήνα στο Μπέρμιγχαμ -όπου διεξήχθη το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα ενόργανης γυμναστικής των ανδρών- τότε σίγουρα θα γυριζόταν μια road movie (οι σκηνές της εκτυλίσσονται εκτός στούντιο, σε μια διαδρομή) για Οσκαρ. Για βραβείο ήταν κι η στάση του Μάρα σ’ αυτό το... Eurotrip.
Ο πατέρας του κατάγεται απ’ τα Βασιλικά, δίπλα στο Κιάτο, αλλά αυτός μοιάζει περισσότερο στη Σπαρτιάτισσα μητέρα του. Σαν τέκνο της Σπάρτης φέρθηκε... Οι αρχαίοι Σπαρτιάτες δεν χρησιμοποιούσαν κλινοσκεπάσματα και κοιμόντουσαν πάνω στις καλαμιές που έκοβαν από τις όχθες του ποταμού Ευρώτα. Ο Μάρας τούς μιμήθηκε. Δεν υπήρχε περίπτωση να κοιμηθώ στο κάθισμα του πούλμαν. Ξάπλωσα στον διάδρομο.
Δεν είχα σλίπινγκ μπαγκ. Κάτω, «στεγνά», χωρίς τίποτα. Οταν ξύπνησα ήμουν σαν να με είχαν δείρει επί ώρες χούλιγκαν», μαρτύρησε στο «ΕΘΝΟΣΠΟΡ»»... Εχει κι άλλα κοινά με εκείνους τους Σπαρτιάτες ο Μάρας. Ντύνονταν χειμώνα - καλοκαίρι με το ένα και μοναδικό ένδυμα που τους έδινε η πολιτεία, μια φορά το χρόνο. Επίσης, φειδωλή εκλαμβάνει τη στάση των φορέων απέναντι στους γυμναστές ο 27χρονος αθλητής. Ομως... επιστρέφει γρήγορα στα ευχάριστα.
Εξω καρδιά! Θυμάται όσα έζησε με τους συναθλητές στο μαγικό ταξίδι ως το Μπέρμιγχαμ και γελάει! Εφτασαν στην άλλη άκρη της Ευρώπης, δίχως G.P.S... Αφορμή για παιχνίδι! Αναπαρίσταναν τη διαφήμιση που λέει... «Μια καφετέρια A.B.C. την ξέρετε;» κι έπειτα άρχιζαν τις κινήσεις με τα χέρια τους, ώστε να δείχνουν την κατεύθυνση. «G.P.S. του ‘80»! Χαρά στο κουράγιο των δύο οδηγών που έπιαναν το τιμόνι εκ περιτροπής για να φτάσουν τα «ζιζάνια»... στα τρία μετάλλια, χρυσό ο Βλάσης, αργυρό Κοσμίδης,Τσολακίδης.
www.ethnos.gr

Ντόμινο στην Ε.Ε....???


http://el.toonpool.com/cartoons/HELP%202_82041#

Ρaris Review: 10 από τις πιο διεγερτικές συνεντεύξεις συγγραφέων που δόθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες ...

ΤΟ «ΡΑRΙS RΕVΙΕW», ΤΟ ΜΑΚΡΟΒΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ,
ΙΔΡΥΘΗΚΕ ΤΟ 1953 ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ, ΕΚΔΙΔΕΤΑΙ ΣΤΗ
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΓΝΩΣΤΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΟΥ
ΜΕ ΓΝΩΣΤΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΑΡΧΙΖΟΝΤΑΣ
ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΜΕ ΤΟΝ Ε.Μ. ΦΟΡΣΤΕΡ. ΕΚΤΟΤΕ
ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΤΙΤΛΟ ΤΙΜΗΣ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΝΑ ΔΕΙ ΤΥΠΩΜΕΝΗ
ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΣΕ ΚΑΠΟΙΟ ΑΠΟ ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ
ΕΤΗΣΙΩΣ ΤΕΥΧΗ ΤΟΥ...

Οπως δήλωνε σε «επιστολή προς τον αναγνώστη» ο Γουίλιαμ Στάιρον, στο πρώτο τεύχος, το περιοδικό «Ρaris Review» σκόπευε στη δημοσίευση μυθοπλασίας και ποίησης, παραμερίζοντας την κριτική και τη θεωρία. Απευθύνθηκε τόσο σε καταξιωμένους όσο και σε πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς και ποιητές με πρωτοδημοσιεύσεις που αποτελούν ακόμη σημείο αναφοράς. Εχει επίσης θεσπίσει τέσσερα λογοτεχνικά βραβεία, με πιο πρόσφατο το Ηadada prize που απονέμεται κάθε χρόνο σε έναν συγγραφέα για το σύνολο του έργου του (φέτος δόθηκε στον Φίλιπ Ροθ).

Στον παρόντα τόμο, με επιμέλεια του προτελευταίου εκδότη του, του Φίλιπ Γκούρεβιτς, ανθολογούνται και καταχωρούνται κατά χρονολογική σειρά δέκα από τις πιο διεγερτικές συνεντεύξεις που δόθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες. Τη δεκαετία του ΄50 η χρήση δημοσιογραφικού κασετοφώνου δεν ήταν εφικτή, οπότε οι συνεντεύξεις γράφονταν στο χέρι. Συνήθως οι συντάκτες ανά δύο συνέκριναν τις σημειώσεις τους, αλλά και ο ίδιος ο συγγραφέας διόρθωνε το κείμενο. Η πολιτική τού περιοδικού δεν ήταν ο αιφνιδιασμός του συγγραφέα, αλλά η εκμαίευση, βάσει της σωκρατικής μαιευτικής, στο μέγιστο δυνατό βαθμό του τι ήταν εκείνο που ενδιέφερε περισσότερο τον συγγραφέα. Αργότερα το κασετόφωνο προσέθεσε περισσότερα λόγια και φυσικούς ήχους, που επίσης καταγράφονταν, δίνοντας στο γραπτό, μαζί με την περιγραφή του χώρου όπου ελάμβανε χώρα η συνέντευξη, μια σκηνική θεατρικότητα.

Η απουσία λογοτεχνικής θεωρίας στο «Ρaris Review» αναπληρώνεται από την εμπειρία της γραφής των συγγραφέων, τη μαρτυρία του προσωπικού τους εργαστηρίου, φωτίζοντας πτυχές του έργου τους, διαφωτίζοντας αναγνώστες και μελετητές. Λόγος και εξομολόγηση, σε ένα τερπνό βιβλιοφιλικό ανάγνωσμα, που ανάγει τη συζήτηση σε ερμηνευτικό εργαλείο και την τέχνη της συνέντευξης σε διαδραστικό διάλογο.

Το μόνο κόλπο
Το ζητούμενο κάθε συνέντευξης είναι η έμπνευση, οι επιρροές, αλλά πρωτίστως η τεχνική της γραφής σε κάθε δημιουργικό στάδιο. Μερικές φορές αποκαλύπτονται πτυχές της ζωής των συγγραφέων, των ανθρώπων που τους βοήθησαν, όπως στην περίπτωση του Τ.Σ. Ελιοτ που δέχθηκε το κόψιμο ολόκληρων κομματιών στην Ερημη χώρα από τον Εζρα Πάουντ. Ο Τρούμαν Καπότε επικεντρώνεται στα παιδικά του χρόνια, όταν πριν από την εφηβεία μεθοκοπούσε και έγραφε κρυφά στο δωμάτιό του. «Η δουλειά είναι το μόνο κόλπο που γνωρίζω», αναφέρει για την τεχνική του και εξαίρει τη συγγραφή διηγημάτων. Δεν παραλείπει να τονίσει ότι «μου είναι οργανικά αδύνατο να γράψω, αν δεν πιστεύω ότι θα με πληρώσουν».

Τον Ερνεστ Χέμινγουεϊ συνάντησε ο ίδιος ο ιδρυτής του «Ρaris Review», ο Τζορτζ Πλίμπτον, στην Αβάνα, για να μάθει πως «είναι πολύ κακό για έναν συγγραφέα να μιλάει για το πώς γράφει». Ο Χέμινγουεϊ συμβουλεύει: «Το βασικότερο χάρισμα για έναν καλό συγγραφέα είναι ένας ενσωματωμένος, απρόσβλητος ανιχνευτής μαλακίας. Αυτό είναι το ραντάρ του συγγραφέα και όλοι οι σπουδαίοι συγγραφείς το είχαν και το έχουν». Ο Σολ Μπέλοου πιστεύει ότι «πως όλοι έχουμε μέσα μας έναν πρωτόγονο υποβολέα ή σχολιαστή, ο οποίος από την τρυφερή ηλικία δεν παύει να μας συμβουλεύει». Οι αναφορές σε διαβάσματα άλλων συγγραφέων σχηματίζουν μια μοναδική αναγνωστική λίστα, με πρωτοστατούντες στις προτιμήσεις των συνεντευξιαζομένων τον Τζόις και τον Φόκνερ.  

Σαν αυνανισμός
Ο Χ. Λ. Μπόρχες, από το γραφείο του στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αργεντινής, το 1967, σε μια μακροσκελή συνέντευξη συμμερίζεται την αντίληψη του Κόνραντ ότι «ο κόσμος είναι ένα όνειρο που μπορεί να μοιραζόμαστε ή να μη μοιραζόμαστε με τους άλλους», ενώ ο Γκράχαμ Γκριν, σε μια διακοπτόμενη από τηλεφωνήματα συνέντευξη που τερματίζεται αναπάντεχα, διαπιστώνει πως για «έναν συγγραφέα το να περνάει πολύ χρόνο κάνοντας παρέα με συγγραφείς είναι, πώς να το πω, μια μορφή αυνανισμού». Ουσιαστικά και σοβαρά τα λόγια του Ουίλιαμ Φόκνερ για την ευθύνη του συγγραφέα απέναντι στην τέχνη του: «Ο συγγραφέας χρειάζεται τρία πράγματα: πείρα, παρατήρηση και φαντασία». Δεν παραλείπει επίσης να υποτιμήσει τον ρόλο των κριτικών. Ο Ισάακ Μπάσεβις Σίνγκερ επιμένει πως ο συγγραφέας δεν πρέπει να προσπαθεί να εξηγήσει υπερβολικά πολλά πράγματα δίνοντας ως παράδειγμα τον Ομηρο και την αφηγηματική του τεχνική μέσα από εικόνες και γεγονότα.
www.tanea.gr 

Το καλύτερο εστιατόριο του κόσμου..


Το δανέζικο εστιατόριο "Νoma", του νεαρού σεφ Ρενέ Ρεντζέπι, είναι το καλύτερο στον κόσμο, σύμφωνα με το βρετανικό περιοδικό Restaurant Magazine.
Στην δεύτερη θέση βρίσκεται το "El Bulli" του Ισπανού Φεράν Αντριά, το οποίο κατακτούσε την πρώτη θέση επί τέσσερις συνεχείς χρονιές.
Το "Νoma", βρίσκεται σε μία ανακαινισμένη αποθήκη στο λιμάνι της Κοπεγχάγης, ήταν μέχρι πρότινος στην τρίτη θέση στη λίστα με τα 50 καλύτερα εστιατόρια του κόσμου, ο οποίος καταρτίζεται από 800 διεθνείς κριτικούς και ειδικούς της γαστρονομίας.
Στην τρίτη θέση της λίστας βρίσκεται το εστιατόριο"Fat Duck" του Βρετανού σεφ Ίστον Μπλούμενταλ, ενώ στα δέκα πρώτα εστιατόρια της λίστας συγκαταλέγονται τέσσερα ισπανικά και τρία αμερικανικά, αλλά κανένα γαλλικό.

Thursday, April 29, 2010

"Οι καλλιτέχνες είναι τα ημερολόγια της εποχής μας"...Μπομπ Γουίλσον...

Το ραντεβού μας για τη συνέντευξη κλείστηκε στο Μιλάνο: Ο Ρόμπερτ Γουίλσον, δηλαδή, βρισκόταν στην ιταλική πόλη κι εγώ στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, στην Αθήνα. Ανάμεσα σε συναντήσεις και επαφές, μίλησε στο «Βήμα» με αφορμή τον μονόλογο του Σάμιουελ Μπέκετ «Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ» που τον ξαναφέρνει στα μέρη μας, σκηνοθέτη και ερμηνευτή.
Άμεσος και σαφής, δεν δίστασε να καλέσει ξανά όταν ξαφνικά κόπηκε η γραμμή επικοινωνίας μας, ενώ δεν έκρυψε τη χαρά και την οικειότητα που νιώθει κάθε φορά που βρίσκεται στην Αθήνα. Δεν έχουν περάσει παρά τέσσερις μήνες όταν ήταν και πάλι εδώ, σκηνοθετώντας με το Μπερλίνερ Ανσάμπλ την «Οπερα της Πεντάρας», σε μια παράσταση που ενθουσίασε το ελληνικό κοινό. Τότε ήταν άλλωστε που μας εκμυστηρεύθηκε, για πρώτη φορά, τα σχέδιά του για τον Μπέκετ...

Ο 69χρονος σήμερα αμερικανός σκηνοθέτης, που γεννήθηκε στο Τέξας, έχει διαγράψει μια ξεχωριστή διεθνή καριέρα. Λάτρης του φωτός, έχει μετατρέψει τον φωτισμό σε έναν από τους πρωταγωνιστές κάθε παράστασής του. Συγγραφέας, ηθοποιός, χορογράφος, ζωγράφος, γλύπτης, περφόρμερ, δημιουργός βίντεο εγκαταστάσεων και σχεδιαστής ήχου και φωτός, ο Ρόμπερτ- Μπομπ- Γουίλσον μιλάει για τη μοναδικότητα του Μπέκετ, την ερμηνεία και τη σκηνοθεσία, το κλασικό και το πειραματικό στο θέατρο και στην τέχνη, γενικότερα, ξεδιπλώνοντας παράλληλα και τα μελλοντικά του σχέδια.

- Κύριε Γουίλσον γιατί το φως,ο φω τισμός,είναι καθοριστικός στο θέατρο που κάνετε; «Πιστεύω ότι το φως είναι το στοιχείο εκείνο που μας βοηθά να ακούμε και να βλέπουμε καλύτερα. Χωρίς το φως δεν υπάρχει ο χώρος. Πάντα ξεκινώ από το φως: αυτό είναι που δημιουργεί και τα σχήματα στον χώρο».
- Σπάνια εμφανίζεστε ως ηθοποιός. Είχατε ερμηνεύσει Αμλετ και τώρα επιστρέφετε με Μπέκετ.Γιατί το κάνετε; «Ο λόγος που συμμετέχω σε μια παράσταση είναι για να μπορώ να νιώσω την εμπειρία να ανήκω σε μια από τις παραγωγές μου. Δεν το κάνω συχνά, αλλά μου αρέσει και απολαμβάνω να το κάνω πού και πού, με την ελπίδα να γίνομαι καλύτερος σκηνοθέτης».  
- Και γιατί διαλέξατε την «Τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ»; «Επειδή αγαπώ τη δουλειά τουΜπέ κετ και μου αρέσει ιδιαίτερα αυτό το έργο».  
- Εχετε γνωρίσει τον Μπέκετ,τον έχετε συναντήσει. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας; «Τον πρωτοσυνάντησα όταν ήρθε να παρακολουθήσει μια δική μου παραγωγή και συγκεκριμένα την παράσταση “Γράμμα για τη βασίλισσα Βικτώρια”, στο Παρίσι, στις αρχές της δεκαετίας του ΄70. Θυμάμαι ότι ήρθε στα παρασκήνια για να μου πει πόσο πολύ του άρεσε το κείμενο. Ηταν ένα κείμενο που είχα γράψει μαζί με τον Κρίστοφερ Νόουλς, ένα δεκατετράχρονο αυτιστικό αγόρι. Επί της ουσίας το έργο περιελάμβανε ασυναρτησίες και ποιήματα. Λίγα χρόνια αργότερα, τον είδα μετά από μια παράσταση του έργου του “Ευτυχισμένες Μέρες” με τη Μαντλέν Ρενό. Μου είπε ότι τη θεωρεί την τέλεια ερμηνεύτρια της δουλειάς του γιατί η ίδια δεν καταλάβαινε αυτά που έλεγε και ήταν συγκεντρωμένη στη στιγμή, στον χρόνο. Και πρόσθεσε, θυμάμαι, ότι του άρεσε πολύ το γεγονός ότι δεν σκεφτόταν ιδιαίτερα το κείμενο αλλά έδινε πρωτίστως χώρο στο νόημα των λέξεων».  
- Ο Μπέκετ ανήκει στο είδος των συγγραφέων εκείνων που είναι εξαιρετικά αυστηροί με τα έργα τους και με τη δομή τους.Πιστεύετε ότι ο σκηνοθέ της ή ο ηθοποιός μπορεί να εκφρασθεί ελεύθερα μέσα από αυτή τη συνθήκη; «Η αυστηρή δομή, πράγματι, προσφέρει πάντα ελευθερία. Οσο πιο μηχανικά λειτουργούμε τόσο πιο απελευθερωμένοι νιώθουμε. Την πρώτη φορά που οδηγείς ένα ποδήλατο νιώθεις άβολα και αντιμετωπίζεις πολλές δυσκολίες. Με τον χρόνο όμως γίνεται όλο και πιο εύκολο. Το ίδιο ισχύει και με τη γραφομηχανή ή το πληκτρολόγιο. Η μητέρα μου μου έλεγε ότι της άρεσε να γράφει στη γραφομηχανή γιατί αυτό της έδινε χρόνο να σκεφθεί».  
- Υπάρχουν κοινά στοιχεία ανάμεσα σε σας και στον Μπέκετ; «Η δουλειά του Μπέκετ βασίζεται στο παιχνίδι με τη σιωπή και το χιούμορ. Η “Τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ” θα ήταν πολύ βαρετή αν κάποιος έπαιζε τον τίτλο και μόνον. Εκτιμούσε τους ηθοποιούς του βοντβίλ, αγαπούσε τον Μπάστερ Κίτον και τον Τσάρλι Τσάπλιν. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με εμένα. Μου αρέσει το μέικ-απ τους, μου αρέσει το γεγονός ότι όλες οι κινήσεις τους είναι χορευτικές. Εκτιμώ το γεγονός ότι παίζουν απλά, ούτε ρεαλιστικά ούτε ψυχολογικά. Αν θέλεις να ανεβάσεις έργο του Μπέκετ, πρέπει να έχεις οπλιστεί με μια δυνατή εσωτερική διάθεση να ακούς και να βλέπεις, να παρατηρείς. Αν δεν διαθέτεις βαθύ εσωτερικό αίσθημα, η δουλειά του Μπέκετ θα αποτύχει. Η εξωτερική, η επιφανειακή απόδοση σημαίνει προδοσία για το έργο του και την ουσία της δουλειάς του».  
- Στην εποχή μας το πειραματικό θέατρο υπάρχει; «Το πειραματικό θέατρο δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει. Είναι αδύνατον. Ο άνθρωπος θα ανακαλύπτει διαρκώς και εκ νέου τους κλασικούς. Ο Σωκράτης έλεγε ότι το μωρό γεννιέται γνωρίζοντας τα πάντα. Πρόκειται για την αποκάλυψη της γνώσης. Οι κλασικοί είναι αυτοί που διαπερνούν τον χρόνο».  
- Μπορεί η τέχνη να είναι μια λύση για έναν καλύτερο κόσμο; «Οχι, δεν το πιστεύω αυτό. Η τέχνη δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο. Ωστόσο η τέχνη μπορεί να φέρει κοντά τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως πολιτικών, οικονομικών και θρησκευτικών διαφορών. Μπορεί να τους φέρει πιο κοντά, ανεξαρτήτως της αφετηρίας τους. Η τέχνη αποτελεί ένα από τα μοναδικά στοιχεία στη ζωή που επιβιώνει μέσα από πολιτισμούς και κουλτούρες. Οι καλλιτέχνες είναι τα ημερολόγια της εποχής μας»...
- Κύριε Γουίλσον,είναι νομίζω η έκτη φορά που έρχεστε με δουλειά σας στην Ελλάδα.Ποιο είναι το ενδιαφέρον σας για τη χώρα μας; «Μου αρέσει η χώρα σας. Αγαπώ την Ελλάδα, απολαμβάνω τα τοπία της. Αγαπώ τους ανθρώπους της, το κοινό, τους θεατές».  
- Σας θεωρούν πολιτικό καλλιτέχνη. Το δέχεστε; «Ναι, αλλά πάντα μέσα από τη δουλειά μου. Μετά την Αθήνα θα πάω στο Γκντανσκ, στην Πολωνία, όπου έχω αναλάβει την εκδήλωση για την 30ή επέτειο της Αλληλεγγύης».  
- Και ο καλλιτέχνης Γουίλσον τι ετοιμάζει; «Δουλεύω σε μια ηχητική εγκατάσταση στο Τερτσέλινγκ, ένα νησί στη βόρεια ακτή της Ολλανδίας, που συνδυάζει ήχους της φύσης και των πουλιών και καλλιτεχνικές δημιουργίες. Τέλος, στήνω μια καινούργια δουλειά με τον Τομ Γουέιτς και τον συγγραφέα Μάρτιν Μακ Ντόνα».
Η πρώτη φορά που ήρθε για να παρουσιάσει δουλειά του ήταν το 1996, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Δελφών με την «Περσεφόνη». Ακολούθησε η σκηνοθεσία του «Προμηθέα»,το 2001, έπειτα από πρόσκληση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών,ένα θέαμα βασισμένο στο κείμενο του Αισχύλου και τη μουσική του Ιάννη Ξενάκη. Η τρίτη του καλλιτεχνική άφιξη στην Αθήνα έγινε στο Παλλάς,το 2007, με το «Rumi,in the blink of the eye»,ένα θέαμα με αφετηρία τη μυστικιστική ποίηση των σούφι.Την ίδια χρονιά παρουσίασε το «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μύλερ με την Ιζαμπέλ Υπέρ στο Φεστιβάλ Αθηνών,ενώ τον περασμένο Ιανουάριο,μαζί με το Μπερλίνερ Ανσάμπλ, χάρισε στο αθηναϊκό κοινό μια εξαιρετική «Οπερα της Πεντάρας»- στο Παλλάς.

Τώρα ο Μπομπ Γουίλσον έρχεται για την «Τελευταία Μαγνητοταινία του Κραπ». Ο μονόλογος γράφτηκε από τον Μπέκετ στην αγγλική γλώσσα το 1958 και έκανε πρεμιέρα στις 28 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς στο Royal Court Τheatre του Λονδίνου.Το μονόπρακτο-μονόλογος παιζόταν πριν από την κυρίως παράσταση,που δεν ήταν άλλη από το «Τέλος του παιχνιδιού».Με ουκ ολίγα ανεβάσματα σε όλο τον κόσμο,ο Κραπ γράφτηκε για τον βορειοϊρλανδό ηθοποιό Πάτρι Μαγκί με πρώτο τίτλο «Ο μονόλογος του Μαγκί» και εμπνευσμένος από την εμπειρία του Μπέκετ να ακούει τον Μαγκί να του διαβάζει αποσπάσματα από έργα του στο ραδιόφωνο του ΒΒC. Ανάμεσα στις αθηναϊκές παραστάσεις της «Τελευταίας μαγνητοταινίας του Κραπ» από τις πιο πρόσφατες είναι αυτή του Απλού Θεάτρου με τον Δημήτρη Καταλειφό- ενταγμένη στο τρίπτυχο «Τρία Βήματα Πριν» (2003-2004) αλλά και εκείνη που παρακολουθήσαμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Μπέκετ που οργάνωσε η Αννα Κοκκίνου στο θέατρο Σφενδόνη (2003) με τον Rick (Douglas) Cluche, από το San Quentin Drama Workshop, τη θεατρική ομάδα των φυλακών του Σαν Φρανσίσκο,ο οποίος και είχε γνωρίσει προσωπικά τον Μπέκετ.
«Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ» Σάββατο 8 και Κυριακή 9 Μαΐου,στο Θέατρο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», στις 21.30 (με ελληνικούς υπέρτιτλους). 
www.tovima.gr

Τραγούδι χωρίς συνταγές...Νατάσα Μποφίλιου

Εβδομήντα δύο sold out συναυλίες ανά την Ελλάδα δεν είναι και λίγες. Και μάλιστα με μια μουσική παράσταση που φέρει τη σφραγίδα τη δική της αλλά και των συνεργατών της και κυρίως στηρίζεται στο δικό της ρεπερτόριο. Παράλληλα, παρ΄ ότι νέα στο... κουρμπέτι, ήταν μόνη της επί σκηνής. Χωρίς τη συνοδεία κάποιου μεγάλου ονόματος.
 
Την ίδια παράσταση μεταφέρει και στο Μετρό πλέον κάθε Παρασκευή και Σάββατο. Η Νατάσα Μποφίλιου, για την οποία ο λόγος, στα έξι χρόνια που μας απασχολεί «επισήμως», όχι μόνο δεν περνάει απαρατήρητη αλλά έχει πλέον διαμορφώσει το δικό της κοινό.

Με πτυχίο πιάνου και θεωρητικών, άρχισε την πορεία της στο τραγούδι στο πλευρό του Χρόνη Αηδονίδη. Το 2004 πήρε μέρος στη Δεύτερη Ακρόαση της δισκογραφικής εταιρείας Μικρή Αρκτος, καλλιτεχνικός διευθυντής της οποίας είναι ο στιχουργός Παρασκευάς Καρασούλος, για να συμμετάσχει με δύο τραγούδια στο άλμπουμ «Δεύτερη Ακρόαση της Μικρής Αρκτου». Ενα χρόνο μετά ακολουθεί το πρώτο της άλμπουμ, το 2006 συμμετείχε στο άλμπουμ του Σταμάτη Κραουνάκη «Πεθαίνοντας στην Αθήνα», δύο χρόνια μετά ακολούθησε ακόμη μια νέα δισκογραφική δουλειά, το «Μέχρι το τέλος», λίγο αργότερα το CD σινγκλ «Τρία μυστικά» και φέτος τα «Εισιτήρια διπλά». Σε αυτά προσθέστε και εκατοντάδες συναυλίες με αποκορύφωμα αυτή που έδωσε το περασμένο καλοκαίρι, στο Γκάζι, παρουσία 2.500 θεατών.

Η Νατάσα Μποφίλιου φαίνεται ότι έχει κατακτήσει την αποδοχή από την... πιάτσα και το κοινό αλλά αυτό δεν την καθησυχάζει. «Όλοι μιλούν για επιτυχία αλλά εγώ δεν έχω κατανοήσει τη θέση που βρίσκομαι μαζί με τους συνεργάτες μου.Υστερα από αυτές τις 72 sold out συναυλίες που δώσαμε σε όλη την Ελλάδα,συνειδητοποίησα ότι είμαι πλέον επαγγελματίας.Ανακάλυψα τα όριά μου,πώς μπορώ να δουλέψω και κάτω από ποιες συνθήκες.Το σημαντικό είναιότι δεν αλλοιώθηκαν οι ψυχές μας. Και κάτι ακόμη:νόμιζα ότι στην επαρχία δεν με ήξεραν καν.Τώρα μετά από αυτό που έζησα αναθεώρησα».

Αυτό που δεν έχει αναθεωρήσει η Νατάσσα Μποφίλιου είναι η άποψή της να «επιβληθεί» στο κοινό μέσω προσωπικού ρεπερτορίου της. « Όλοι μου έλεγαν πού πας μόνη σου.Βρες και ένα μεγάλο όνομα να έχεις δίπλα σου. Αλλά δεν το έκανα. Και το αποτέλεσμα με δικαίωσε, απολύτως. Βγαίνω όπως όταν πρωτοβγήκα σε ένα καφέ πίσω από το Πάντειο. Μόνη. Πάντα ήθελα να γίνω τραγουδίστρια ρεπερτορίου και όχι cover.Το κοινό θέλω να με ξέρει μέσω των δικών μου τραγουδιών και να με αποδεχτεί μέσω της πρότασης που καταθέτουμε.Γι΄ αυτό πλέον έχω αποκτήσει με το κοινό μια βαθιά προσωπική σχέση. Εχω το κοινό που θα ήθελα να έχω. Αν μου ζητούσε κάποιος να το ζωγραφίσω, αυτά που βλέπω μπροστά μου στα live θα ζωγράφιζα.Με τους θεατές υπάρχει μια βασική σχέση.Με συγκινούν και τους συγκινώ ».

Μπορεί η Νατάσα Μποφίλιου να συγκινεί και να συγκινείται, αλλά αυτό δεν την εμποδίζει να κρύβει μια μικρή ή μεγάλη μαγκιά. Όπως το δει κανείς. «Οταν πρωτοξεκίνησα την πορεία μου στο τραγούδι ήμουν εγώ η ίδια που τηλεφωνούσα στους ραδιοφωνικούς παραγωγούς για να τους ενημερώσω. Η τέχνη δεν έχει συνταγές. Αυτό που χρειάζεται για να κάνεις τέχνη είναι θράσος. Δεν υπάρχει συνταγή. Συνήθως όσοι ακολουθούν συνταγές αποτυγχάνουν ».

Μετρό (Γκύζη και Κάλβου,Γκύζη,τηλ.210 6439 089,210 6461 980),κάθε Παρασκευή και Σάββατο.Ωρα έναρξης: 22.30. 

www.tovima.gr 

Εγχειρίδιο οδηγιών για τη Ζωή..

 
Μια αλληγορία για το σεβασμό της διαφορετικότητας και την προώθηση της ελεύθερης σκέψης....

29~4 Παγκόσμια Ημέρα Ευχής..


Σήμερα επισκέφθηκαν το σχολείο μου εθελοντές του "Κάνε Μια Ευχή". Φαινόντουσαν κανονικοί άνθρωποι, αλλά μετά κατάλαβα ότι ήταν... μαγικοί! Και η μαγεία τους ήταν η αγάπη για τους άλλους και η θέληση τους να την κάνουν πράξη...και μας μίλησαν για τον κόσμο του "Κάνε Μια Ευχή"....έναν κόσμο όπου τα άρρωστα παιδιά ξαφνικά δε νιώθουν άρρωστα, όπου ζούνε φανταστικές εμπειρίες με τις οικογένειες τους, όπου νιώθουν ότι η ζωή είναι όμορφη και παίρνουν δύναμη για να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες τους". 
Όταν ξέρουν ότι ένα παιδί είναι άρρωστο, το επισκέπτονται και το ρωτάνε: "Αν θα μπορούσες να έχεις οτιδήποτε στον κόσμο, να ταξιδεύεις οπουδήποτε, να γνωρίζεις οποιονδήποτε, να γίνεις οτιδήποτε...τι θα ήθελες";
Στο γραφείο του "Κάνε Μια Ευχή" όλοι σκέφτονται και δουλεύουν για να γίνει η ευχή σούπερ μαγική. Για να νιώθει το παιδί σαν το πιο τυχερό στον κόσμο....Και τα παιδιά έπειτα από την ευχή τους, γίνονται αστέρια....έτσι λένε οι γιατροί και οι γονείς τους...γιατί πετάνε από τη χαρά τους και θέλουν να γίνουν καλά!


29~4 - Παγκόσμια Ημέρα Ευχής - 30 χρόνια από την πραγματοποίηση της πρώτης ευχής... Όλος ο κόσμος γίνεται ένα στο νέο παγκόσμιο site worldwishday.org.
Ο μη κερδοσκοπικός φιλανθρωπικός οργανισμός Make-A-Wish πραγματοποιεί τις ευχές των παιδιών με απειλητικές για τη ζωή τους ασθένειες ενισχύοντας τον αγώνα τους για ζωή με χαρά, δύναμη και ελπίδα.
Ιδρύθηκε το 1980 όταν μια ομάδα εθελοντών βοήθησαν ένα νέο παιδί, τον Chris, να πραγματοποιήσει το όνειρο του και να γίνει αστυνομικός.
Η αρρώστια ενός παιδιού αποδιοργανώνει τόσο το παιδί όσο και την οικογένειά του. Το παιδάκι χάνει τον "πραγματικό κόσμο" και ζει μέσα σε συνεχείς εισαγωγές στο Νοσοκομείο, βαρετές και συχνά επίπονες θεραπείες και το άγχος της αποκατάστασης της υγείας του. Τα παιδιά που πάσχουν από επικίνδυνες και απειλητικές για τη ζωή τους αρρώστιες χάνουν τη δυνατότητα να χαρούν τα παιδικά τους χρόνια και πολύ συχνά πέφτουν σε βαριά κατάθλιψη που τα κάνει να χάνουν σιγά-σιγά τη δύναμή τους και τις αντοχές τους.

Monday, April 26, 2010

Μη λείψεις καν μια μέρα μακριά μου..



Μη λείψεις καν μια μέρα μακριά μου, γιατί να,
πώς να το πω, μου ‘ναι μεγάλη η μέρα,
και θα σε περιμένω σαν στους σταθμούς εκείνους
που σε κάποια γωνιά τους πήρ’ ο ύπνος τα τρένα.

Μη φύγεις καν για μια ώρα γιατί τότε
σ’ αυτήν την ώρα σμίγουν οι στάλες της αγρύπνιας
κι ο καπνός που γυρεύει να ‘βρει σπίτι ίσως έρθει
να σκοτώσει ως και την καρδιά μου τη χαμένη.

Μην τσακιστεί η σιλουέτα σου στην άμμο,
στην απουσία τα βλέφαρά σου μην πετάξουν:
μη φύγεις καν για ένα λεπτό, ακριβή μου,

γιατί σ’εκείνο το λεπτό θα ξεμακρύνεις τόσο
που άνω κάτω τον κόσμο θα κάνω εγώ ρωτώντας
αν θα γυρίσεις ή αν θ’ αφήσεις να πεθάνω.

Pablo Neruda

Guernica..

Στις 26 Απριλίου 1937, όταν μαινόταν στην Ισπανία ο Εμφύλιος Πόλεμος, η γερμανική πολεμική αεροπορία ισοπεδώνει, ύστερα από ένα βομβαρδισμό τριών ολόκληρων ωρών την Γκουέρνικα, μια μικρή πόλη στη χώρα των Βάσκων, σκοτώνοντας χίλιους ανυπεράσπιστους άμαχους. Η βάρβαρη καταστροφή της ιερής πόλης των Βάσκων, προκάλεσε την αγανάκτηση των προοδευτικών ανθρώπων όλου του κόσμου. Δεν ήταν μόνο η επέμβαση της Γερμανίας στο πλευρό του Φράνκο κατά των δημοκρατικών, ήταν και ένα σήμα κινδύνου για την ανθρωπότητα από τη φονική ναζιστική πολεμική μηχανή, που απειλούσε πλέον ολόκληρη την Ευρώπη...
«Κραυγές παιδιών, κραυγές γυναικών, κραυγές πουλιών», σημείωνε στο ημερολόγιό του ο μεγάλος Ισπανός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο, λίγο πριν καταγράψει στον ομώνυμο πίνακά του την καταστροφή της Γκουέρνικα, κληροδοτώντας στην αιωνιότητα τη μεγαλύτερη αγριότητα του πολέμου.


Δεν είμαστε σαν μπαγιάτικη σαλάτα που πωλείται ακόμα...


Με ιστορία γεμάτη χιτ στην «ανεξάρτητη» βρετανική μουσική σκηνή οι «Τζέιμς» έρχονται για συναυλία στην Αθήνα. Ο μπασίστας τους Τζιμ Γκλένι μιλά για την αγάπη του συγκροτήματος στη χώρα μας και τους λόγους που ακόμα αρέσουν

«Την πρώτη φορά που ήρθαμε στην Αθήνα, το 2001, ήμασταν «σκοτωμένοι». Δεν μιλούσε ο ένας στον άλλο. Αυτά έως τη στιγμή του λάιβ. Ο ενθουσιασμός του κοινού λείανε τις άθλιες, μικρές διαφορές μας... Η Ε
Συνέντευξη στον Γιάννη Παναγόπουλο
«Δεν μπορείς να πεις κάτι άλλο από το να πεις πως είναι η «άνοιξη» της ελπίδας, όταν βλέπεις κόσμο να διαδηλώνει για τα δικαιώματά του. Πρέπει να αφυπνιστούμε ενάντια σε εκείνα που εξοντώνουν την αξιοπρέπειά μας. Το τραπεζικό σύστημα δεν αλλάζει. Η απληστία, το οξυγόνο του. Ο κόσμος πρέπει να σταθεί «απέναντι» σε όλα αυτά που αλλάζουν τη ζωή του χωρίς να ρωτηθεί». Ο Τζιμ Γκλένι, ο μπασίστας με το ευγενικό πρόσωπο, προλογίζει την εμφάνιση των «Τζέιμς», της μπριτ - ποπ μπάντας που ίδρυσε μαζί με τον κιθαρίστα Πολ Τζίλμπερτσον το 1982, μιλώντας για εκείνα που πρέπει να συμβούν στον κόσμο ώστε να δείξει, επιτέλους, καλύτερος. Οι «Τζέιμς», συγκρότημα με ιστορία γεμάτη χιτ στην «ανεξάρτητη» βρετανική ποπ, ετοιμάζονται για ακόμα μία συναυλία στην Αθήνα. Θα εμφανιστούν την 1η Μαΐου στο Κλειστό Φαλήρου - Γήπεδο Τάε Κβον Ντο. Αν θέλετε να ακούσετε ξανά ζωντανά τους μικρούς ποπ ύμνους τους, σαν τα «Say something», «Ring the bells», «Sit down» και «Come home», η δική σας εμφάνιση στη συναυλία τους είναι επιβεβλημένη.

Η τηλεφωνική συνέντευξη που είχαμε με τον Τζιμ Γκλένι είχε ως προορισμούς της την αγάπη της μπάντας για την Ελλάδα, την άποψή του γύρω απ’ αυτά που τον ενοχλούν (και μόλις τα διαβάσατε παραπάνω) και την πίστη του πως «οι «Τζέιμς» δεν είναι κάτι σαν μπαγιάτικη μουσική σαλάτα που πωλείται ακόμα χάρη στις αναθυμιάσεις που προκαλεί το γευστικότατο παρελθόν της»...
Υστερα απ’ όσα είπατε σκέφτομαι πως οι «Τζέιμς» του 2010 θα μπορούσαν να είναι μια πολιτικού τύπου ποπ μπάντα...
Οι «Τζέιμς» χαίρονται τη ζωή με τον δικό τους τρόπο. Οταν είναι στη σκηνή, χαίρονται να βλέπουν κόσμο που χαμογελά από ευχαρίστηση για τα τραγούδια τους. Ωρες σκέφτομαι πως, πλέον, στη σκηνή ανεβαίνω για τον λόγο που μόλις σας εξήγησα.
Μόλις λύσατε μια απορία. Από το 2007 δεν έχει υπάρξει καλοκαίρι που να μην επισκεφτήκατε την Ελλάδα. Προφανώς αυτό σας δίνει ευχαρίστηση...
Εχετε απόλυτο δίκιο. Πλέον έχουμε φίλους στη χώρα σας. Πλέον γνωρίζουμε πού θέλουμε να πάμε τα βράδια. Πλέον όταν ακούμε τη λέξη «Ελλάδα», η σκέψη μας τρέχει σε σολντ άουτ συναυλίες.
Πρώτη φορά στην Αθήνα ήρθατε το 2001. Τότε για συναυλία στο θέατρο του Λυκαβηττού. Τι θυμάστε απ’ εκείνη τη βραδιά;
Τότε, όταν προσγειωθήκαμε στην Αθήνα, ήμασταν «σκοτωμένοι». Δεν μιλούσε ο ένας στον άλλο. Αυτά έως τη στιγμή του λάιβ. Ο ενθουσιασμός του κοινού λείανε τις άθλιες, μικρές διαφορές μας. Είναι φορές που όταν βρίσκεσαι στη σκηνή κοιτώντας εκείνους που τη μοιράζεσαι, λες «δεν τους αντέχω άλλο, είναι κενοί, άχρηστοι, κυνικοί εγωιστές». Στην Αθήνα, τότε, αυτό δεν μπορούσε να συμβεί απλώς και μόνο γιατί βλέποντας το ασφυκτικά γεμάτο θέατρο να χειροκροτεί, να χαμογελά, να φωνάζει το όνομά μας αισθανθήκαμε πως το μίσος ανάμεσά μας δεν είχε νόημα. Η Ελλάδα έσωσε τους «Τζέιμς». Κατά κάποιον τρόπο ή κυριολεκτικά έπειτα απ’ εκείνη την εμφάνισή μας στην Αθήνα αισθανθήκαμε πως αξίζει να παραμένουμε συγκρότημα.
«The night before» είναι ο τίτλος του μίνι άλμπουμ που μόλις κυκλοφορήσατε. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτήν τη δουλειά;
Εχει κομμάτια που τα ηχογραφήσαμε σε διάφορες τοποθεσίες. Σε αυτό το CD θέλουμε να δώσουμε την εικόνα που κυριαρχεί στις πρόβες μας. Κάποια τραγούδια από το «The night before» ηχογραφήθηκαν στην Αθήνα. Οταν μετά τη συναυλία που δώσαμε το 2008 ζητήσαμε από τους διοργανωτές και φίλους να μείνουμε μερικές ημέρες περισσότερο στην πόλη.
Είστε χορτοφάγος;
Οχι, αλλά γιατί το λέτε αυτό;
Σας θυμάμαι από τις συναυλίες. Εχετε το λουκ χορτοφάγου. Θα μπορούσατε να είστε...
Στο παρελθόν, για δέκα χρόνια ήμουν χορτοφάγος.
Θέλετε να μου πείτε γιατί διαλέξατε το «Τζέιμς» ως όνομα του συγκροτήματός σας; Θα μπορούσε να λεγόσασταν Τζορτζ, Εντμοντ ή Τζον;
Οχι, οι «Τζέιμς» θα μπορούσαν να λέγονταν μόνο «Τζέιμς». Αυτό γιατί λατρεύαμε τον ήχο της κιθάρας του Τζέιμς Κερκ. Θυμάστε τους «Οραντζ Τζους»; Το ίντι - ποπ συγκρότημα που κυκλοφόρησε υπέροχη μουσική στις αρχές της δεκαετίας του ‘80.
Ο Τζέιμς Κερκ ήταν ο προικισμένος συνθέτης και κιθαρίστας τους. Τον θαυμάζουμε. Πήραμε το μικρό του όνομα ως όνομα για την μπάντα μας.
Γιατί ακόμα υπάρχει κοινό που διασκεδάζει με μουσική από τη δεκαετία του ‘80;
Δεν έχω ιδέα. Εχετε την εντύπωση πως τότε δεν ακούστηκε ενδιαφέρουσα μουσική;
Είστε ο κατάλληλος να δώσει απάντηση σε αυτό.
Θεωρώ πως η ποπ που ακούστηκε τότε ήταν καλή. Θυμάστε την εποχή που ακούγαμε τα γκρουπ της «Πόστκαρντ». Αυτή η ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία από τη Σκοτία, τη δεκαετία του ‘80 κυκλοφόρησε «διαμαντένια» άλμπουμ. Μουσικές δουλειές που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Θα έπρεπε να ντρέπομαι γι’ αυτό;
Παντοδύναμη ποπ ατραξιόν
Οι «Τζέιμς» ονομάστηκαν έτσι το 1982 στο Μάντσεστερ. Πριν ήταν μια μπάντα που έδινε σκόρπιες συναυλίες σε μπαρ της πόλης. Πρώτος που πίστεψε στις ικανότητές τους ήταν ο Τόνι Γουίλσον. Ο, τότε, μεγαλοπαράγοντας μοντέρνων τεχνών του Μάντσεστερ και ιδιοκτήτης της δισκογραφικής εταιρείας «Φάκτορι» (που για χάρη της έχουν ηχογραφήσει συγκροτήματα του βρετανικού νιου - γούειβ όπως οι «Τζόι Ντιβίζιον», οι «Νιου Ορντερ», οι «Α Σέρτεν Ρέισιο», οι «Σέξιον 25»).
Η πρώτη τους δισκογραφική δουλειά κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1983. Ηταν ένα σινγκλ τριών τραγουδιών. Ο μουσικός τύπος της Βρετανίας το αποθέωσε. Επόμενο βήμα ήταν να ανοίγουν τις συναυλίες των «Σμιθς». Από τότε για τους φίλους της ανεξάρτητης ποπ «αναρτήθηκε» το ερώτημα εάν και κατά πόσο οι «Τζέιμς» είναι μια καλή μπάντα ή απλώς ένα κακέκτυπο του υπέροχου γκρουπ που κλήθηκαν να προλογίζει τις εμφανίσεις του. Το πρώτο άλμπουμ τους λέγονταν «Stutter». Κυκλοφόρησε τον 1986. Εφτασε έως τη θέση 68 του βρετανικού Τοπ 100.
Με την προσθήκη άλμπουμ και σινγκλ που κέρδιζαν μέτρια επιτυχία η αυγή της δεκαετίας του ‘90 τους βρήκε σε φόρμα. Το 1990 κυκλοφόρησαν ένα από τα καλύτερα τραγούδια της καριέρας τους. Το «Come home» μπήκε στο Τοπ 40 της Βρετανίας.
Εναν χρόνο αργότερα ήρθε το σινγκλ «Sit down», που έφτασε έως τη 2η θέση στο ίδιο τσαρτ. Οι «Τζέιμς» πλέον ήταν δυνατοί να βγάλουν «σολντ άουτ» χώρους χωρητικότητας άνω των 10.000 ατόμων. Το άλμπουμ «Seven», που βγήκε στα δισκάδικα το 1992, έφτασε στη δεύτερη θέση του Τοπ 10. Από τότε έως το 2001, χρονιά που το συγκρότημα διαλύθηκε για πρώτη φορά λόγω αποχώρησης του, φημολογείται εγωκεντρικού, τραγουδιστή Τιμ Μπουθ, οι «Τζέιμς» ήταν μια παντοδύναμη ποπ ατραξιόν. Το συγκρότημα επανήλθε στις περιοδείες και τη δισκογραφία το 2007. Κυκλοφόρησαν το, πολύ καλό, άλμπουμ «Hey Ma» το 2008. Εως σήμερα έχουν κυκλοφορήσει 12 άλμπουμ.
Η ταυτότητα
Πρωτομαγιά στο Φάληρο
Πέρυσι οι «Τζέιμς» κατάφεραν κάτι που δεν έχει συμβεί στο παρελθόν. Να γεμίσουν για τρεις συνεχόμενες βραδιές το Θέατρο Γης στη Θεσσαλονίκη. Το ίδιο είχε συμβεί το 2008 στη συναυλία που έδωσαν στο φεστιβάλ «Ετζέκτ» και το 2007 στη συναυλία που έδωσαν στο «Τοίχος των Εθνών» στο Ολυμπιακό Στάδιο.
Το συγκρότημα θα εμφανιστεί την 1η Μαΐου στο Κλειστό Φαλήρου - Γήπεδο Τάε Κβον Ντο. Στη συναυλία αναμένεται να ερμηνεύσουν όλες τις μεγάλες επιτυχίες τους, καθώς και κομμάτια από το νέο μίνι - άλμπουμ τους με τίτλο «The night before». Τιμές εισιτηρίων: € 40 (αρένα) και € 50 (κερκίδες). Η προπώληση των εισιτηρίων γίνεται από τα καταστήματα «Public» αλλά και από το «Τίκετχαουζ» (Πανεπιστημίου 42, εντός στοάς). Για αγορά εισιτηρίου μέσω Ιντερνετ πληκτρολογήστε www.ticketarena.gr και www.i-ticket.gr. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να καλείτε και το τηλέφωνο (καθημερινές από τις 12.00 π.μ. έως τις 5.00 μ.μ.) 210-9611240. Ωρα έναρξης: 9.30 μ.μ.
www.ethnos.gr

Γιάννης Βογιατζής: «Έγινα τραγουδιστής για δυο τσιγάρα»..


Απολαυστικός συζητητής, μ’ ένα χιούμορ πηγαίο που δύσκολα περνάει στο χαρτί. Από τις πίστες των νυχτερινών κέντρων πέρασε στον κινηματογράφο και στο θέατρο και αναδείχθηκε σ’ ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια της δεκαετίας του 1960 στη χώρα μας. Ένας άνθρωπος χορτασμένος από κάθε άποψη.
Τα τελευταία 14 χρόνια είναι μόνιμος κάτοικος Κερατέας. Ασχολείται καθημερινά με το αγρόκτημά του και τα ζωντανά του, ενώ εξακολουθεί να εμφανίζεται, επιλεκτικά πια, κυρίως σε συναυλίες. Το 2007 παντρεύτηκε τη γυναίκα του με θρησκευτικό γάμο γιατί, λέει, εκείνη ήθελε να τον «δεσμεύσει με ορθόδοξο μυστήριο» – ανορθόδοξα ίσως, 28 χρόνια μετά τον πολιτικό τους γάμο...
Πρόσφατα, στο αφιέρωμα στα ’60s που έκανε ο Διονύσης Σαββόπουλος στο κινηματοθέατρο «Παλλάς», ενθουσιάσατε το κοινό τραγουδώντας μαζί του δυο τραγούδια:ένα δικό σας, το «Σ’ αγαπώ σ’ όλες τις γλώσσες» ή, κατά κόσμον, «Σ’ αγαπώ ελληνικά», κι ένα δικό του, το «Σημαία από νάιλον». Μιλήστε μας γι’ αυτή την εμφάνιση... Σε ανύποπτο χρόνο ο Σαββόπουλος με πήρε τηλέφωνο και μου ζήτησε να κάνουμε αυτή την κοινή εμφάνιση. Εννοείται πως δεν θα μπορούσα να αρνηθώ, αφού τα ’60s είναι η εποχή μου. Πραγματικά, μου άρεσε πολύ ο τρόπος που με παρουσίασε ο Διονύσης εκείνα τα δυο βράδια. Με δυο λόγια, είπε ότι εκείνη την εποχή το δικό του είδος δεν είχε καμία απολύτως σχέση με το δικό μας, «με τις μεγάλες φωνές του Μαρούδα, του Βογιατζή, της Τζένης Βάνου, της Γιοβάνας. Και, καταλαβαίνοντας ότι εμείς δεν είχαμε την αξία τους για να μπορέσουμε να προβάλουμε το είδος μας, προσπαθήσαμε να “χαμηλώσουμε” αυτούς τους ανθρώπους. Κι ήρθε τώρα η στιγμή να παραδεχθούμε το λάθος μας». Μετά από όλα αυτά, δεν σας κρύβω ότι συγκινήθηκα.
Πείτε μας δυο λόγια για τα παιδικά σας χρόνια. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Παγκράτι, απέναντι ακριβώς από το Άλσος. Η μητέρα μου ήταν από την Ίμβρο κι ο πατέρας μου από το Αιτωλικό. Τρία χρόνια μετά από μένα γεννήθηκε κι ο μικρότερος αδερφός μου. O πατέρας μου πέθανε λίγο μετά την κήρυξη του πολέμου το 1941, όταν εγώ ήμουν 7 ετών. Ως στρατιωτικός που ήταν, θαύμαζε το γερμανικό μοντέλο και δεν πίστευε ποτέ ότι θα μπορούσε να «μπει» ο Γερμανός στην Ελλάδα – επιπλέον ήταν πολύ φιλόπατρις. Γι’ αυτό και, όταν τελικά έγινε η εισβολή, δεν το άντεξε – έπαθε διάτρηση στομάχου. Η μητέρα μου, χήρα πλέον, κατάφερε να μας μεγαλώσει με χίλιες δυσκολίες μέσα στη φλόγα του Εμφυλίου.
Το τραγούδι ήρθε πολύ νωρίς στη ζωή σας... Θα ’ταν 10 ή 11 Ιουνίου, ημέρα Τετάρτη, του 1952. Μόλις είχα τελειώσει την τελευταία τάξη του γυμνασίου κι ετοιμαζόμουν να δώσω στη Σχολή Ευελπίδων για να ακολουθήσω το δρόμο του πατέρα μου. Εκείνο το βράδυ, λοιπόν, με κάποιους φίλους περάσαμε από το αναψυκτήριο του Άλσους, όπου ο Κορίνθιος έκανε βραδιά ταλέντων. O νικητής θα έπαιρνε ένα ρολόι και θα εμφανιζόταν στο Άλσος όλο το καλοκαίρι. Εννοείται πως λεφτά δεν υπήρχαν για να μπούμε μέσα, γι’ αυτό και καθόμασταν απέξω και χαζεύαμε. Μέχρι τότε μου άρεσε το κλασικό τραγούδι και τραγουδούσα μόνο ερασιτεχνικά, αλλά δεν είχα καθόλου το ψώνιο να γίνω τραγουδιστής. Κάποια στιγμή, ο «πλούσιος» της παρέας γυρίζει και μου λέει: «Αν βγεις να τραγουδήσεις, θα σου δώσω δυο τσιγάρα Pall Mall». Δέχτηκα. Δεν σκέφτηκα ούτε το ρολόι ούτε ότι θα ήταν ευκαιρία να γίνω τραγουδιστής – για τα δυο τσιγάρα ανέβηκα στη σκηνή. Ήμουν τότε ένα παιδάκι αδύνατο, μόλις 46 κιλά, αλλά, όταν άνοιξα το στόμα μου και τραγούδησα με μια φωνή τόσο ωραία και τόσο στρογγυλή, ο κόσμος τα έχασε. Άναψαν αναπτήρες, χειροκρότησαν και τελικά κέρδισα το ρολόι και με κρατήσανε στο μαγαζί. Έπαιρνα 36 δραχμές κάθε βράδυ και 26 από το Εργοστάσιο Λιπασμάτων όπου δούλευα τη μέρα. Για λογάριασε... πολλά λεφτά.
Δηλαδή δεν σταματήσατε αμέσως την πρωινή δουλειά σας... Όχι, ρε παιδί μου. Σταμάτησα μετά, όταν την ψώνισα... (Γέλια) Σιγά-σιγά άρχισαν να με αναγνωρίζουν. Ήμουν χαρακτηριστικός: αρκετά μοντέρνος σε μια μετα-Μαρούδα εποχή. Σταδιακά άρχισα να ανεβαίνω και τελικά το 1959 πήρα το τρίτο βραβείο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού με το «Εσένα». Γι’ αυτό, αν στην καριέρα μου οφείλω πολλά σε κάποιον, είναι στον Γιάννη τον Σπάρτακο, ο οποίος με επέβαλε στο Φεστιβάλ, λέγοντας πως θα αποχωρούσε αν δεν τραγουδούσα εγώ το τραγούδι του. Από εκεί και πέρα πήρα φόρα και δεν με σταμάταγε τίποτα. Το ένα φεστιβάλ ερχόταν πίσω από το άλλο και φυσικά η δισκογραφία.
Και βέβαια η «νύχτα», που εκείνη την εποχή ήταν πολύ «ζωηρή» με τα κοσμικά κέντρα και τα καμπαρέ. Τα καμπαρέ ήταν τότε καταπληκτικά μαγαζιά. Ήταν ο προπομπός για να μπει ένας τραγουδιστής στα καλά μαγαζιά. Επώνυμοι, ναύτες του αμερικανικού στόλου, μπαλέτα, στριπτίζ. Μη φανταστείτε, βέβαια, ότι το στριπτίζ ήταν αυτό που είναι σήμερα. Μέχρι το σουτιέν έφταναν τα κορίτσια. Τέλος πάντων, τραγούδησα σε όλα τα καμπαρέ της Ελλάδας: στο «Rich», στη «Mimosa» και φυσικά στα καμπαρέ της Τρούμπας, στο «American Bar» και στο «John Bull», αλλά από αυτό το τελευταίο με έδιωξε το αφεντικό.
Γιατί; Γιατί τα έφτιαξα με την κοπέλα του χωρίς να το ξέρω (γέλια). Ήταν μια Oυγγαρέζα χορεύτρια του μπαλέτου, η Oυγκέτ. Βγήκα μια μέρα μαζί της, μας είδαν και το βράδυ που πήγα να πιάσω δουλειά το αφεντικό μού ανακοίνωσε ότι φεύγω.
Και μετά, από το 1958 έως το 1962, ήσασταν ο επίσημος τραγουδιστής των ανακτόρων. Τι σήμαινε, αλήθεια, αυτό για την εποχή εκείνη; Κατ’ αρχάς, λιγότερα λεφτά από κάθε άλλη δουλειά που μας τύχαινε τότε. Κατά τ’ άλλα, το να είσαι η ορχήστρα των ανακτόρων ήταν μεγάλη υπόθεση. Σε κάθε εκδήλωση όπου ήταν καλεσμένα τα μέλη της βασιλικής οικογένειας παίζαμε εμείς.
Ήσασταν λοιπόν το soundtrack των νεανικών χρόνων του τότε διαδόχου Κωνσταντίνου. Προφανώς θα έχετε γίνει μάρτυρας σε αρκετές ιστορίες με πρωταγωνιστή τον ίδιο... O Κωνσταντίνος ήταν το καλύτερο παιδί, και πολύ λαϊκό μάλιστα. Να σας δώσω να καταλάβετε, ο Κωνσταντίνος χόρευε ζεϊμπέκικο με τον απόηχο της μουσικής που ερχόταν από τα «Πεύκα», ένα θέατρο που βρισκόταν απέναντι από το παλάτι. Γι’ αυτό και οι «κωλοσφουγγάριοι», η αυλή, για να το πούμε κι αλλιώς, το κλείσανε τελικά το θέατρο – για να μην επηρεάζεται ο Κωνσταντίνος από τα λαϊκά ακούσματα. Μια άλλη φορά θυμάμαι τραγουδούσα στο «Yachting Club». Εκείνο το βράδυ διασκέδαζε κι ο Κωνσταντίνος και το μαγαζί ήταν γεμάτο με νέα κορίτσια. Φυσικά, όπως πάντα, ήταν από δίπλα ο κύριος «τάδε» και η κυρία «τάδε» που είχαν αποστολή να παρακολουθούν τις κινήσεις του. Γιατί του άρεσαν οι γυναίκες του Κωνσταντίνου. Ήταν, πώς να το πούμε, «γκομενάκιας». Όταν λοιπόν οι «κωλοσφουγγάριοι» τον έβλεπαν να χορεύει με ένα κορίτσι λίγο παραπάνω, όταν δηλαδή το παιδί κολλούσε σε κάποια, η κυρία «τάδε» –να μη λέμε ονόματα γιατί τα παιδιά τους ζούνε– ερχόταν σε μένα και μου έλεγε: «Γιάννη, Γιάννη, μπάστα, μπάστα!» Κι όλα αυτά για να μη χαλάσει το βασιλικό πρεστίζ.
Μια ιδιαίτερη στιγμή στην καριέρα σας ήταν και όταν τραγουδήσατε τον ύμνο του Παναθηναϊκού. Το 1962 παρακολουθούσαμε έναν αγώνα του Παναθηναϊκού με μια σταθερή παρέα που είχαμε τότε και πηγαίναμε στο γήπεδο. Στην παρέα αυτή ήταν και ο Γιώργος Μουζάκης με τον Γιώργο Oικονομίδη. O πρώτος είχε γράψει τη μουσική του ύμνου και ο δεύτερος τους στίχους. Κάποια στιγμή γυρνάει ο Μουζάκης και μου λέει: «Βρε Γιάννη, θα μας πεις τον ύμνο;» Δέχτηκα. O ύμνος βέβαια είχε ήδη τραγουδηθεί τη δεκαετία του 1950 από τον Λέανδρο, τον πατέρα της Βίκυς Λέανδρος. Ωστόσο, έμελλε να ακουστεί πιο πολύ με τη δική μου φωνή. Ακόμα και σήμερα συνεχίζω να πηγαίνω στο γήπεδο όποτε μπορώ. Αγαπώ τον Παναθηναϊκό, αλλά δεν είμαι οπαδός – είμαι φίλαθλος. Αν δηλαδή παίζει ο Oλυμπιακός με μια ξένη ομάδα, εννοείται πως θα υποστηρίξω τον Oλυμπιακό.
Μαζί με το τραγούδι ήρθε και το σινεμά αλλά και το θέατρο. Γίνατε λοιπόν ένας σούπερ σταρ της εποχής, και μάλιστα σε πολύ νεαρή ηλικία. Φαντάζομαι πως ένας τόσο προβεβλημένος, νόστιμος άντρας θα είχε πολλές επιτυχίες στο γυναικείο φύλο... Πέρασα πάρα πολύ ωραία. Μου άρεσαν οι γυναίκες και άρεσα κι εγώ σ’ αυτές. Υπήρξαν και πολλές επώνυμες στη ζωή μου, αλλά ό,τι έκανα το έκανα για μένα. Oνόματα δεν πρόκειται να πω ποτέ.
Πώς διατηρεί κανείς την ψυχραιμία του απέναντι στη λατρεία του κόσμου και δεν την «ψωνίζει»; Μόνο αν είσαι προσγειωμένος και συνειδητοποιήσεις ότι αυτό που κάνεις είναι ένα επάγγελμα και τίποτε άλλο. Στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στη διάρκεια ενός φεστιβάλ, είχα την τύχη να μείνω στο ίδιο δωμάτιο με τον Νίκο Γούναρη. Τέσσερις νύχτες μείναμε και κοιμηθήκαμε ελάχιστα. Καθόμουν γονατιστός στα πόδια του και με συμβούλευε. Θυμάμαι, μου έλεγε: «Πρόσεχε, νεαρέ μου. Το τραγούδι δεν είναι ούτε φιγούρα ούτε γκόμενες. Είναι επάγγελμα. Γι’ αυτό να ’χεις το νου σου να παίρνεις βαθμούς, προαγωγές. Το τραγούδι είναι μια σκάλα, μια πλατφόρμα και μια κάθοδος. Φτάνεις στη σκάλα, ανεβαίνεις στην πλατφόρμα κι εκεί, αν είσαι έξυπνος, θα πρέπει να προχωράς αργά, γιατί μετά ακολουθεί η κάθοδος. Όσο πιο αργά προχωράς τόσο καθυστερείς την κάθοδο».
Υπάρχει κάποια άλλη συμβουλή που λειτούργησε ως πυξίδα για εσάς; O Βασίλης ο Αυλωνίτης μού έλεγε: «Μεγάλη επιτυχία είναι να βγάζεις πέντε, να τρως τα τρία και να βάζεις τα δύο στην μπάντα για μια ώρα ανάγκης». Αυτό εγώ το εφάρμοζα από την πρώτη μέρα που τραγούδησα. Πάντα υπολόγιζα για πόσο διάστημα μπορώ να περάσω αν τύχαινε να πάθω τίποτα. Γιατί, ξέρεις, λαιμός είναι – μια μέρα κάτι παθαίνεις και κλείνει. Αν έχεις στην μπάντα, κανένας επιχειρηματίας δεν μπορεί να σε εκμεταλλευτεί και να σου ρίξει την τιμή. Γιατί, αν αναγκαστείς και δεχτείς να ρίξεις την τιμή, ξέχασέ σε...
Κάποια στιγμή, πράγματι, αντιμετωπίσατε σοβαρό πρόβλημα με τη φωνή σας. Ναι, είχα πολύποδες. Το 1970 έκανα την πρώτη εγχείρηση και μετά από δώδεκα μέρες τραγούδησα το «Αδέρφια μου, αλήτες, πουλιά» στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης και πήρα το πρώτο βραβείο. Δυστυχώς, η μετεγχειρητική αγωγή που μου δόθηκε ήταν λάθος. Δεν έπρεπε να τραγουδήσω τόσο σύντομα και οι συνέπειες ήρθαν μετά από τρία χρόνια: το πρόβλημα επανήλθε και οι πολύποδες είχαν γίνει πλέον τρεις. Έτσι εξαφανίστηκα για ένα διάστημα. Πήγα στην Αμερική κι έβγαλα αρκετά λεφτά τραγουδώντας ως ο Άρμστρονγκ της Ελλάδας. Τόσο βραχνή είχε γίνει η φωνή μου... (Γέλια) Επίσης, εκείνη την εποχή χρωστούσα πολλά λεφτά και όχι από φταίξιμο δικό μου. O Σκυλίτσης, δήμαρχος Πειραιά επί χούντας, μου γκρέμισε σε μία νύχτα το μαγαζί που είχα φτιάξει στη σπηλιά του Παρασκευά, στην Καστέλα. Έτσι λοιπόν, με λαιμό ή χωρίς λαιμό, έπρεπε να δουλεύω. Πρόβαλα τη βραχνάδα μου για να επιβιώσω κι έτσι βγήκε η «βρόμα» ότι ο Βογιατζής έχασε τη φωνή του. Όταν γύρισα από την Αμερική, το 1978, βρήκα έναν εξαιρετικό γιατρό κι έκανα τη δεύτερη εγχείρηση. Από τότε μέχρι σήμερα, και με σαράντα πυρετό, τραγουδάω.
Είναι φανερό ότι το χιούμορ παίζει τεράστιο ρόλο στη ζωή σας. Χωρίς αυτό δεν μπορώ να ζήσω. Ξέρετε, η μεγαλύτερη στενοχώρια μου διαρκεί πέντε λεπτά. Την έχω φιλοσοφήσει τη ζωή: περαστικοί είμαστε. Κι εγώ είμαι πολύ ευχαριστημένος από τη ζωή μου. Κι αυτή τη στιγμή να φύγω, δεν με νοιάζει.
Κοιτώντας πίσω στην καριέρα σας, έχετε δεύτερες σκέψεις για τις επιλογές σας;Μόνο για ένα πράγμα: νομίζω ότι θα μπορούσα να είχα κάνει περισσότερα πράγματα αν είχα μεγαλύτερα όνειρα, αν δεν ήμουν τόσο ολιγαρκής. Γιατί είχα τις ευκαιρίες...
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ www.tanea.gr 

Saturday, April 24, 2010

«Έφυγε» ο συνταγματολόγος της δημοκρατίας..


Απεβίωσε χθες, σε ηλικία 77 ετών, ο διακεκριμένος ακαδημαϊκός, καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου και πολιτικός Δημήτρης Τσάτσος.
Γόνος πολιτικής οικογένειας, γιος του βουλευτή των Φιλελευθέρων και υπουργού Θεμιστοκλή Τσάτσου και ανιψιός του διατελέσαντος Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Τσάτσου, ο εκλιπών γεννήθηκε στην Αθήνα το 1933. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα και στη Χαϊδελβέργη και το 1960 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Νομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ από το 1965 ως το 1968 εργάστηκε ως ερευνητής στο Max Planck Institute. Το 1968 εξελέγη υφηγητής του γερμανικού και αλλοδαπού Δημοσίου Δικαίου και δίδαξε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βόννης, ενώ την ίδια χρονιά εξελέγη υφηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το δικτατορικό καθεστώς όμως δεν του επέτρεψε να διδάξει. Το 1969 εξελέγη καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, αλλά δεν διορίστηκε από τη δικτατορία. Εναν χρόνο μετά επέστρεψε ως μόνιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βόννης.
Το 1973 φυλακίστηκε από τη δικτατορία, μετά την κατάρρευση της οποίας, το καλοκαίρι του 1974, συμμετείχε ως υφυπουργός της Ανώτατης Παιδείας στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Kατά τη θητεία του θέσπισε τα μέτρα κάθαρσης στα πανεπιστήμια κατά των συνεργατών της δικτατορίας («αποχουντοποίηση») και πρότεινε τον πρώτο δημοκρατικό νόμο-πλαίσιο για τα ελληνικά πανεπιστήμια. Από το 1980 και ως τη συνταξιοδότησή του ήταν καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάγκεν, ενώ διετέλεσε πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Συνταγματολόγων από το 1988 ως το 1990.
Στις εκλογές του 1974 εξελέγη βουλευτής στην Α' Περιφέρεια της Αθήνας με την Ενωση Κέντρου Νέες Δυνάμεις και στην προετοιμασία του Συντάγματος του 1975 υπήρξε γενικός εισηγητής εκ μέρους όλης της αντιπολίτευσης. Διεγράφη, λόγω διαφωνιών με την ηγεσία του κόμματος, ενάμιση χρόνο αργότερα, συνεχίζοντας την πολιτική του δράση στον νέο σχηματισμό Πρωτοβουλία για Δημοκρατία και Σοσιαλισμό που στις εκλογές του 1977 συναποτέλεσε τη Συμμαχία. Ακολούθως συμπορεύθηκε με το ΠαΣοΚ και επί δύο συνεχείς θητείες (1994-1999 και 1999-2004) υπήρξε επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου του κόμματος. Στη δεκαετή παρουσία του στα ευρωέδρανα διακρίθηκε για τις καίριες παρεμβάσεις του σε πολιτικά και θεσμικά ζητήματα και πήρε ενεργά μέρος στην προετοιμασία του Ευρωσυντάγματος.
O Δημήτρης Τσάτσος άφησε την τελευταία του πνοή τα ξημερώματα του Σαββάτου στο Αττικό Νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν με καρδιολογικά προβλήματα.
www.tovima.gr

Υποχρέωση αμφιβολίας..


Εφημερίδες - Το μέλλον τους στο Internet


Γράφει ο Χρήστος Μαχαίρας


Η ΑΠΟΣΤΑΣΗ ανάμεσα σε έναν τρομοκράτη κι έναν κατηγορούμενο για τρομοκρατική δράση είναι όλη κι όλη μία λέξη: «φερόμενος». Πόσο κοστίζει, άραγε, να τη χρησιμοποιήσεις; Και όμως. Ο κόσμος των media στην Ελλάδα -ή, για να μη γενικεύουμε, μία καθόλου ευκαταφρόνητη αριθμητικά μερίδα του- αρνείται συστηματικά να αναγνωρίσει στους όποιους συλληφθέντες αυτό το ύστατο προνόμιο. Εκδίδει, έτσι, προκαταβολικά αποφάσεις, δημιουργεί ατμόσφαιρα, καταργεί το (θεμελιώδες δημοσιογραφικά) δικαίωμα στην αμφιβολία.

ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ θεωρούν ότι η αβασάνιστη διασπορά χαρακτηρισμών και η -ελαφρά τη καρδία- απόδοση ιδιοτήτων οφείλεται στην «ταύτιση» των δημοσιογράφων με τις «πηγές» τους. Για να μη χάνουμε μάλιστα και το θεωρητικό του πράγματος -τι δημοσιογράφοι θα ήμασταν, άλλωστε- το φαινόμενο αποδίδεται και στον ολοένα εντεινόμενο ανταγωνισμό στον χώρο του Τύπου, ο οποίος υποτίθεται ευνοεί την «αμάσητη» πληροφορία και ενθαρρύνει την αδιασταύρωτη παραδοχή.
ΓΙΑ ΝΑ ΒΑΛΟΥΜΕ τα πράγματα σε μια σειρά, το θέμα δεν είναι να ενοχοποιήσουμε τις «πηγές» ή να δαιμονοποιήσουμε την επαφή μαζί τους. Επειδή, μάλιστα, σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε, επανέρχεται στο προσκήνιο η γνωστή συζήτηση για την πατρότητα του υλικού που βλέπει το φως της δημοσιότητας, ελάχιστα ενδιαφέρει ο... χαρακτήρας, το «ποιόν» ή η επαγγελματική ιδιότητα όσων διακινούν πληροφορίες. Οποιος θέλει να κάνει ρεπορτάζ, να καταγράψει δηλαδή τα γεγονότα, αλλά και να ανασύρει στην επιφάνεια πτυχές που παραμένουν στο σκοτάδι, δεν διαλέγεται, προφανώς, μόνο με μέλη του Ερυθρού Σταυρού και εκπροσώπους ανθρωπιστικών οργανώσεων, αλλά ακόμα και με πρόσωπα που, υπό κανονικές συνθήκες, δεν βάζεις με τίποτα στο σπίτι σου.
ΥΠΑΡΧΕΙ, ΩΣΤΟΣΟ, πάντοτε, μία «κόκκινη γραμμή»: ο δημοσιογράφος για να μην καταντήσει «φερόμενος», αλλά για να παραμείνει πραγματικός δημοσιογράφος, δεν μπορεί να λειτουργεί ούτε ως γραμματοκομιστής ούτε ως ιμάντας μεταβίβασης αλλότριων βεβαιοτήτων, ακόμα κι αν αυτές είναι καλοπροαίρετες. Οφείλει, βεβαίως, να τις καταγράφει. Εχει, όμως, την παράλληλη υποχρέωση να αμφιβάλλει διαρκώς για όσα του εμπιστεύονται, να μην αποδέχεται απριόρι την αξιοπιστία τους, να κρατά αποστάσεις...
Οι βετεράνοι του κλάδου επιμένουν ότι εύπιστος δημοσιογράφος είναι ο τελειωμένος δημοσιογράφος. Αν και οι εξελίξεις δεν τους επιβεβαιώνουν, καθώς στις μέρες μας η «ευπιστία» πιάνει εξαιρετικές τιμές, η υποχρέωση αμφιβολίας θα δίνει πάντα ψυχή -και για πολλούς νόημα- στην ίδια τη δημοσιογραφία...
www.ethnos.gr 

Friday, April 23, 2010

The New Age of Travel: Blimps and Beyond

The Icelandic volcano that disrupted global air travel last week raised a concern: should we be thinking of alternative ways to move masses of people and goods? Scientists warn that more eruptions may cause new turmoil in the months ahead, a prospect that has generated discussion of future — even futuristic — modes of transportation. Can anything replace the plane? If so, what is exciting to dream about, while waiting in the airport departure lounge?

read more: http://roomfordebate.blogs.nytimes.com/2010/04/22/the-new-age-of-travel-blimps-and-beyond/

23 Απριλίου...παγκόσμια ημέρα βιβλίου


Η 23η Απριλίου καθιερώθηκε από την UNESCO, το 1995, ως η Παγκόσμια Ημέρα του Βιβλίου λόγω του ότι αυτή την ημερομηνία το 1616 έφυγαν από τη ζωή ο Ισπανός συγγραφέας Μιγκέλ Ντε Θερβάντες («Δον Κιχώτης») και ο Άγγλος δραματουργός Γουίλιαμ Σαίξπηρ.
Η σύνδεση μεταξύ της 23 Απριλίου και των βιβλίων έγινε αρχικά το 1923 από τους βιβλιοπώλες στην Ισπανία ως ένας τρόπος να τιμηθεί ο Μιγκέλ Ντε Θερβάντες που πέθανε εκείνη την ημέρα. Έτσι η ημέρα έγινε μέρος των εορτασμών της ημέρας του Αγίου Γεωργίου στην Καταλονία που είναι και προστάτης της.
Η παράδοση από τη μεσαιωνική εποχή απαιτεί οι άνδρες να δίνουν ένα τριαντάφυλλο στις αγαπημένες τους και από το 1925 οι γυναίκες να ανταποδίδουν δίνοντας ένα βιβλίο.
Οι μισές από τις ετήσιες πωλήσεις των βιβλίων στην Καταλονία γίνονται την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, καθώς εκτιμάται πως εκείνη την ημέρα πωλούνται πάνω από 400.000 βιβλία, την ίδια στιγμή που ανταλλάσσονται πάνω από 4 εκατομμύρια τριαντάφυλλα. Η μέρα στην Καταλονία ονομάζεται «Μέρα των Βιβλίων και των Ρόδων» με σύνθημα «Ένα τριαντάφυλλο για την αγάπη, ένα βιβλίο για πάντα».
Το 1995, η UNESCO αποφάσισε ότι η ημέρα παγκόσμιων βιβλίων και πνευματικών δικαιωμάτων θα γιορταζόταν κατά αυτήν την ημερομηνία λόγω του Καταλανικού φεστιβάλ και επειδή η ημερομηνία είναι επίσης η επέτειος της γέννησης και του θανάτου του Γουίλιαμ Σαίξπηρ κάτι που αποτελεί όμως ανακρίβεια.
Ο Θερβάντες πέθανε στις 23 Απριλίου σύμφωνα με το γρηγοριανό ημερολόγιο ωστόσο εκείνη την εποχή στην Αγγλία χρησιμοποιόταν ακόμα το ιουλιανό ημερολόγιο. Σύμφωνα με το δεύτερο η 23η Απριλίου είναι δέκα μέρες αργότερα. Παρόλα αυτά η UNESCO καθιέρωσε την ημέρα τιμώντας και τους δύο μεγάλους καλλιτέχνες.
http://tvxs.gr