Thursday, April 29, 2010

"Οι καλλιτέχνες είναι τα ημερολόγια της εποχής μας"...Μπομπ Γουίλσον...

Το ραντεβού μας για τη συνέντευξη κλείστηκε στο Μιλάνο: Ο Ρόμπερτ Γουίλσον, δηλαδή, βρισκόταν στην ιταλική πόλη κι εγώ στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, στην Αθήνα. Ανάμεσα σε συναντήσεις και επαφές, μίλησε στο «Βήμα» με αφορμή τον μονόλογο του Σάμιουελ Μπέκετ «Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ» που τον ξαναφέρνει στα μέρη μας, σκηνοθέτη και ερμηνευτή.
Άμεσος και σαφής, δεν δίστασε να καλέσει ξανά όταν ξαφνικά κόπηκε η γραμμή επικοινωνίας μας, ενώ δεν έκρυψε τη χαρά και την οικειότητα που νιώθει κάθε φορά που βρίσκεται στην Αθήνα. Δεν έχουν περάσει παρά τέσσερις μήνες όταν ήταν και πάλι εδώ, σκηνοθετώντας με το Μπερλίνερ Ανσάμπλ την «Οπερα της Πεντάρας», σε μια παράσταση που ενθουσίασε το ελληνικό κοινό. Τότε ήταν άλλωστε που μας εκμυστηρεύθηκε, για πρώτη φορά, τα σχέδιά του για τον Μπέκετ...

Ο 69χρονος σήμερα αμερικανός σκηνοθέτης, που γεννήθηκε στο Τέξας, έχει διαγράψει μια ξεχωριστή διεθνή καριέρα. Λάτρης του φωτός, έχει μετατρέψει τον φωτισμό σε έναν από τους πρωταγωνιστές κάθε παράστασής του. Συγγραφέας, ηθοποιός, χορογράφος, ζωγράφος, γλύπτης, περφόρμερ, δημιουργός βίντεο εγκαταστάσεων και σχεδιαστής ήχου και φωτός, ο Ρόμπερτ- Μπομπ- Γουίλσον μιλάει για τη μοναδικότητα του Μπέκετ, την ερμηνεία και τη σκηνοθεσία, το κλασικό και το πειραματικό στο θέατρο και στην τέχνη, γενικότερα, ξεδιπλώνοντας παράλληλα και τα μελλοντικά του σχέδια.

- Κύριε Γουίλσον γιατί το φως,ο φω τισμός,είναι καθοριστικός στο θέατρο που κάνετε; «Πιστεύω ότι το φως είναι το στοιχείο εκείνο που μας βοηθά να ακούμε και να βλέπουμε καλύτερα. Χωρίς το φως δεν υπάρχει ο χώρος. Πάντα ξεκινώ από το φως: αυτό είναι που δημιουργεί και τα σχήματα στον χώρο».
- Σπάνια εμφανίζεστε ως ηθοποιός. Είχατε ερμηνεύσει Αμλετ και τώρα επιστρέφετε με Μπέκετ.Γιατί το κάνετε; «Ο λόγος που συμμετέχω σε μια παράσταση είναι για να μπορώ να νιώσω την εμπειρία να ανήκω σε μια από τις παραγωγές μου. Δεν το κάνω συχνά, αλλά μου αρέσει και απολαμβάνω να το κάνω πού και πού, με την ελπίδα να γίνομαι καλύτερος σκηνοθέτης».  
- Και γιατί διαλέξατε την «Τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ»; «Επειδή αγαπώ τη δουλειά τουΜπέ κετ και μου αρέσει ιδιαίτερα αυτό το έργο».  
- Εχετε γνωρίσει τον Μπέκετ,τον έχετε συναντήσει. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας; «Τον πρωτοσυνάντησα όταν ήρθε να παρακολουθήσει μια δική μου παραγωγή και συγκεκριμένα την παράσταση “Γράμμα για τη βασίλισσα Βικτώρια”, στο Παρίσι, στις αρχές της δεκαετίας του ΄70. Θυμάμαι ότι ήρθε στα παρασκήνια για να μου πει πόσο πολύ του άρεσε το κείμενο. Ηταν ένα κείμενο που είχα γράψει μαζί με τον Κρίστοφερ Νόουλς, ένα δεκατετράχρονο αυτιστικό αγόρι. Επί της ουσίας το έργο περιελάμβανε ασυναρτησίες και ποιήματα. Λίγα χρόνια αργότερα, τον είδα μετά από μια παράσταση του έργου του “Ευτυχισμένες Μέρες” με τη Μαντλέν Ρενό. Μου είπε ότι τη θεωρεί την τέλεια ερμηνεύτρια της δουλειάς του γιατί η ίδια δεν καταλάβαινε αυτά που έλεγε και ήταν συγκεντρωμένη στη στιγμή, στον χρόνο. Και πρόσθεσε, θυμάμαι, ότι του άρεσε πολύ το γεγονός ότι δεν σκεφτόταν ιδιαίτερα το κείμενο αλλά έδινε πρωτίστως χώρο στο νόημα των λέξεων».  
- Ο Μπέκετ ανήκει στο είδος των συγγραφέων εκείνων που είναι εξαιρετικά αυστηροί με τα έργα τους και με τη δομή τους.Πιστεύετε ότι ο σκηνοθέ της ή ο ηθοποιός μπορεί να εκφρασθεί ελεύθερα μέσα από αυτή τη συνθήκη; «Η αυστηρή δομή, πράγματι, προσφέρει πάντα ελευθερία. Οσο πιο μηχανικά λειτουργούμε τόσο πιο απελευθερωμένοι νιώθουμε. Την πρώτη φορά που οδηγείς ένα ποδήλατο νιώθεις άβολα και αντιμετωπίζεις πολλές δυσκολίες. Με τον χρόνο όμως γίνεται όλο και πιο εύκολο. Το ίδιο ισχύει και με τη γραφομηχανή ή το πληκτρολόγιο. Η μητέρα μου μου έλεγε ότι της άρεσε να γράφει στη γραφομηχανή γιατί αυτό της έδινε χρόνο να σκεφθεί».  
- Υπάρχουν κοινά στοιχεία ανάμεσα σε σας και στον Μπέκετ; «Η δουλειά του Μπέκετ βασίζεται στο παιχνίδι με τη σιωπή και το χιούμορ. Η “Τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ” θα ήταν πολύ βαρετή αν κάποιος έπαιζε τον τίτλο και μόνον. Εκτιμούσε τους ηθοποιούς του βοντβίλ, αγαπούσε τον Μπάστερ Κίτον και τον Τσάρλι Τσάπλιν. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με εμένα. Μου αρέσει το μέικ-απ τους, μου αρέσει το γεγονός ότι όλες οι κινήσεις τους είναι χορευτικές. Εκτιμώ το γεγονός ότι παίζουν απλά, ούτε ρεαλιστικά ούτε ψυχολογικά. Αν θέλεις να ανεβάσεις έργο του Μπέκετ, πρέπει να έχεις οπλιστεί με μια δυνατή εσωτερική διάθεση να ακούς και να βλέπεις, να παρατηρείς. Αν δεν διαθέτεις βαθύ εσωτερικό αίσθημα, η δουλειά του Μπέκετ θα αποτύχει. Η εξωτερική, η επιφανειακή απόδοση σημαίνει προδοσία για το έργο του και την ουσία της δουλειάς του».  
- Στην εποχή μας το πειραματικό θέατρο υπάρχει; «Το πειραματικό θέατρο δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει. Είναι αδύνατον. Ο άνθρωπος θα ανακαλύπτει διαρκώς και εκ νέου τους κλασικούς. Ο Σωκράτης έλεγε ότι το μωρό γεννιέται γνωρίζοντας τα πάντα. Πρόκειται για την αποκάλυψη της γνώσης. Οι κλασικοί είναι αυτοί που διαπερνούν τον χρόνο».  
- Μπορεί η τέχνη να είναι μια λύση για έναν καλύτερο κόσμο; «Οχι, δεν το πιστεύω αυτό. Η τέχνη δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο. Ωστόσο η τέχνη μπορεί να φέρει κοντά τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως πολιτικών, οικονομικών και θρησκευτικών διαφορών. Μπορεί να τους φέρει πιο κοντά, ανεξαρτήτως της αφετηρίας τους. Η τέχνη αποτελεί ένα από τα μοναδικά στοιχεία στη ζωή που επιβιώνει μέσα από πολιτισμούς και κουλτούρες. Οι καλλιτέχνες είναι τα ημερολόγια της εποχής μας»...
- Κύριε Γουίλσον,είναι νομίζω η έκτη φορά που έρχεστε με δουλειά σας στην Ελλάδα.Ποιο είναι το ενδιαφέρον σας για τη χώρα μας; «Μου αρέσει η χώρα σας. Αγαπώ την Ελλάδα, απολαμβάνω τα τοπία της. Αγαπώ τους ανθρώπους της, το κοινό, τους θεατές».  
- Σας θεωρούν πολιτικό καλλιτέχνη. Το δέχεστε; «Ναι, αλλά πάντα μέσα από τη δουλειά μου. Μετά την Αθήνα θα πάω στο Γκντανσκ, στην Πολωνία, όπου έχω αναλάβει την εκδήλωση για την 30ή επέτειο της Αλληλεγγύης».  
- Και ο καλλιτέχνης Γουίλσον τι ετοιμάζει; «Δουλεύω σε μια ηχητική εγκατάσταση στο Τερτσέλινγκ, ένα νησί στη βόρεια ακτή της Ολλανδίας, που συνδυάζει ήχους της φύσης και των πουλιών και καλλιτεχνικές δημιουργίες. Τέλος, στήνω μια καινούργια δουλειά με τον Τομ Γουέιτς και τον συγγραφέα Μάρτιν Μακ Ντόνα».
Η πρώτη φορά που ήρθε για να παρουσιάσει δουλειά του ήταν το 1996, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Δελφών με την «Περσεφόνη». Ακολούθησε η σκηνοθεσία του «Προμηθέα»,το 2001, έπειτα από πρόσκληση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών,ένα θέαμα βασισμένο στο κείμενο του Αισχύλου και τη μουσική του Ιάννη Ξενάκη. Η τρίτη του καλλιτεχνική άφιξη στην Αθήνα έγινε στο Παλλάς,το 2007, με το «Rumi,in the blink of the eye»,ένα θέαμα με αφετηρία τη μυστικιστική ποίηση των σούφι.Την ίδια χρονιά παρουσίασε το «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μύλερ με την Ιζαμπέλ Υπέρ στο Φεστιβάλ Αθηνών,ενώ τον περασμένο Ιανουάριο,μαζί με το Μπερλίνερ Ανσάμπλ, χάρισε στο αθηναϊκό κοινό μια εξαιρετική «Οπερα της Πεντάρας»- στο Παλλάς.

Τώρα ο Μπομπ Γουίλσον έρχεται για την «Τελευταία Μαγνητοταινία του Κραπ». Ο μονόλογος γράφτηκε από τον Μπέκετ στην αγγλική γλώσσα το 1958 και έκανε πρεμιέρα στις 28 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς στο Royal Court Τheatre του Λονδίνου.Το μονόπρακτο-μονόλογος παιζόταν πριν από την κυρίως παράσταση,που δεν ήταν άλλη από το «Τέλος του παιχνιδιού».Με ουκ ολίγα ανεβάσματα σε όλο τον κόσμο,ο Κραπ γράφτηκε για τον βορειοϊρλανδό ηθοποιό Πάτρι Μαγκί με πρώτο τίτλο «Ο μονόλογος του Μαγκί» και εμπνευσμένος από την εμπειρία του Μπέκετ να ακούει τον Μαγκί να του διαβάζει αποσπάσματα από έργα του στο ραδιόφωνο του ΒΒC. Ανάμεσα στις αθηναϊκές παραστάσεις της «Τελευταίας μαγνητοταινίας του Κραπ» από τις πιο πρόσφατες είναι αυτή του Απλού Θεάτρου με τον Δημήτρη Καταλειφό- ενταγμένη στο τρίπτυχο «Τρία Βήματα Πριν» (2003-2004) αλλά και εκείνη που παρακολουθήσαμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Μπέκετ που οργάνωσε η Αννα Κοκκίνου στο θέατρο Σφενδόνη (2003) με τον Rick (Douglas) Cluche, από το San Quentin Drama Workshop, τη θεατρική ομάδα των φυλακών του Σαν Φρανσίσκο,ο οποίος και είχε γνωρίσει προσωπικά τον Μπέκετ.
«Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ» Σάββατο 8 και Κυριακή 9 Μαΐου,στο Θέατρο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», στις 21.30 (με ελληνικούς υπέρτιτλους). 
www.tovima.gr

No comments: